Δεν ήταν το φεγγάρι
που έλουζε τη θάλασσα.
Ήταν η θάλασσα
που έπνιγε το φεγγάρι.
Μαύρη θάλασσα
κόλπος βαθύς
ανήμερης γυναίκας,
ωστόσο
δεν χώραγε
ούτε μια σταλιά
από τις φιλοδοξίες
ματαιόδοξων
κερδισμένων εραστών.
Όχι δα.
Υποταγμένος κόλπος.
Το μόνο που χώραγε,
τις φωνές βοόντων ποιητών
με ορθάνοιχτα τα πόδια
στη θλίψη
και σφαλισμένα τα μάτια
σε επιθυμίες πανσέληνες.
Σταματήστε να λατρεύτε
τα ολόγιωμα φεγγάρια.
Πόσες φορές σας το είπαν οι ποιητές.
Σελήνη ολίγων ημερών…
Ώσπου να γεμίσει έχουμε καιρό.
Ώσπου να φέγγει ακαταπόνητες νύχτες
που βογγούν θνησιγενή πάθη
έχουμε καιρό.
Ακούς;
Έχουμε καιρό για συνευρέσεις…
Ώσπου να γίνει πάλι πανσέληνος
έχουμε τόσο σκοτάδι
για τα έργα μας…
Μα ώσπου να γίνει πάλι πανσέληνος
δεν έχουμε άλλα έργα
για το σκοτάδι μας…
Κι όμως…
Τελικά
το φεγγάρι ήταν αθώο…
ΠΦ