TRA(NS)GEDY

Βύζαινε αχόρταγα
τη βροχή
απ’ τα μαρμαρωμένα στήθη
των προγόνων του.
Βλέπεις,
είχε γεννηθεί
στα Dry Valleys.
Σταγόνα
δεν περίσσευε.
Βύζαινε αχόρταγα
τη σιωπή
απ’ τα σφιγμένα χείλη
των γονιών του.
Βλέπεις
είχε γεννηθεί
από μπαζωμένο έρωτα.
Κουβέντα
δεν περίσσευε.
Από μια επανάσταση
βρέθηκε
στο Μόσινραμ
να μουχλιάζει
απ’ την υγρασία.
Το κορμί του.
Το μυαλό του.
Από μια νεκρανάσταση
βρέθηκε στα blue lights
της αμαρτωλής λεωφόρου,
ν’ αλλάζει ταυτότητα.
Ισορρόπησε
στα ψιλοτάκουνα
πρώτη φορά.
Βύζαινε το δάχτυλό του,
σαν ενός απογόνου
που θα σταμάταγε εδώ
αυτή τη γενιά
που τον αρνήθηκε.
Τη γενιά
με τα σφιγμένα χείλη
και τον μπαζωμένο έρωτα.
Χαμογέλασε
για τελευταία φορά,
μέσα απ’τον καθρέφτη
και χάρισε την επανάσταση
σε μια μαυριδερή
πριγκήπισσα,
άρτι αφιχθείσα
απ’ τα μέρη του.
Απ’ τα δικά του μέρη…
ΠΦ

Αφήστε μια απάντηση

Previous Story

Η ΓΗΡΑΙΑ ΚΥΡΙΑ

Next Story

ΑΠΟΚΡΥ(Φ)ΕΣ

Latest from Ποιήματα

ΕΚΤΟΣ ΑΠΡΟΟΠΤΟΥ

Εκτός απροόπτου, θα συνέχιζε να΄ναι φθινόπωρο, ακριβώς στα μέσα του Οκτώβρη. Εκτός απροόπτου, η δεσποινίς Χούλια,

(Ε)ΑΥΤΟ-ΧΗΡΕΙΑ

Ναι, καλά διαβάσατε, με ήττα. Προσφάτως χήρεψαν τρεις αισθήσεις, ή μάλλον τέσσερις. Το κακό συνέβη κατοπτρικά

ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

Η τελευταία φορά που αγάπησα το πνεύμα μου ήταν ανάμεσα στα δόντια σου. Πτερόεντα μισόλογα κι

ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΥ ΑΔΕΡΦΟΥ

Έβρεχε Απρίληδες και Μάηδες και λίγο από Μάρτηδες περασμένους… Νερό, τόσο νερό… Στο χωριό, πάνω στις