Ο μόνος λόγος
που άντεχε
να χάνει τα κλειδιά του
κάθε φορά,
ήταν γιατί
πάντα βρισκόταν
ένας φίλος
που είχε δεύτερα.
Ο μόνος λόγος
που άντεχε
να χάνει τα κέφια του
κάθε Παρασκευή,
ήταν γιατί
υπήρχαν πάντα
έξι μέρες
για να τα ξαναβρεί.
Ο μόνος λόγος
που άντεχε
να χάνει κάθε βράδυ
ένα κουμπί
απτην πάνω πιτζάμα,
ήταν γιατί υπήρχε
πάντα
αυτό το μαγαζί στη γωνία,
που του τα έφερνε
σωρηδόν.
Ο μόνος λόγος
που αντέχουν
οι άνθρωποι
να χάνουν τόσα,
είναι γιατί πιστεύουν
πως θα ξαναβρούν
τα ίδια.
Τα ίδια
κι όχι όμοιά τους.
Κίνησε αχάραγα
για το μαγαζί
της γωνίας.
Ανήσυχος ύπνος.
Έχασε όχι ένα,
αλλά τέσσερα κουμπιά.
Με έκπληξη
διάβασε στην πόρτα:
κλειστόν λόγω πένθους.
ΠΦ